Print Friendly, PDF & Email

Η περίπτωση Παναγιωτόπουλου, τόσο ως προς το περιεχόμενό της, όσο και ως προς την μιντιακή της αποτύπωση (ΜΜΕ ή κοινωνικά μέσα-social media), συνιστά ένα ακόμα παράδειγμα του παγκοσμιοποιητικού ηθικού και πολιτικού εκφυλισμού. Ένα ακόμα «καλό παιδί», ένας έντιμος σελέμπριτι, αποκαλύπτεται ότι ζει ως εγκληματίας. Κατά τη γνώμη μας, τέτοιου είδους παραδείγματα έχουν δύο διαστάσεις. Από τη μία μεριά είναι η πράξη καθαυτή και η προσωπικότητα τέτοιων υποκειμένων, η οποία αντανακλά την υποκρισία της κυρίαρχης ηθικής και, από την άλλη, βρίσκεται η χρήση της πράξης από τις οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές και μιντιακές ελίτ, με προφανή στόχο την επιβολή της παγκοσμιοποιητικής ιδεολογίας και κουλτούρας. Ας εξετάσουμε όμως τμηματικά τα δύο σκέλη του ζητήματος.

Οι δύο κόσμοι των ελίτ της παγκοσμιοποίησης

Από τη μία έχουμε ένα ακόμα παράδειγμα χυδαίας, καθαρματικής συμπεριφοράς από έναν άνθρωπο του θεάματος, και μάλιστα του δήθεν εναλλακτικού, που φανερώνει την ύπαρξη δύο παράλληλων κόσμων οι οποίοι παρά τη φαινομενική τους αντίθεση συνυπάρχουν με μεγάλη ευκολία μέσα στο σύμπαν της παγκοσμιοποιητικής τάξης πραγμάτων. Ξεφεύγοντας από τη στενή ελληνική πραγματικότητα και κοιτώντας και το γενικότερο πλαίσιο τέτοιων περιπτώσεων παρατηρούμε ότι, από τη μία, έχουμε τον κόσμο μιας πνευματώδους σαχλαμάρας, μια γελοίας ελαφρότητας που επιδιώκει να έχει μια αντιπολιτευτική τοποθέτηση (είτε με πολιτική είτε με καλλιτεχνική χροιά). “Καθωσπρέπει” άτομα της πολιτικής και της οικονομικής ζωής, στελέχη της βιομηχανίας του θεάματος, τα οποία ως αποτέλεσμα της εποχής (και της αντίστοιχης αλλαγής των συστημικών παραμέτρων) χειρίζονται πλέον έναν κουλτουριάρικο λόγο πλήρως, όμως, ενταγμένο στις απαιτήσεις της «χίπστερ» («εναλλακτικής και μοδάτης») διάστασης της παγκοσμιοποιητικής κουλτούρας. Υπερασπιστές των δικαιωμάτων σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και υπέρμαχοι των διάφορων μειονοτήτων. Αυτή είναι η εικόνα που επιθυμούν οι ελίτ να σχηματίσουν για τους εαυτούς τους προς λαϊκή κατανάλωση.

Από την άλλη, όμως, αποκαλύπτεται ο πραγματικός κόσμος της δυσωδίας, ο οποίος αναπόφευκτα έρχεται στην επιφάνεια. Αρρωστημένα καθάρματα, μαφιόζικου τύπου εκβιαστές, έναντι, μάλιστα, ανθρώπων από τις μειονότητες ή τις «ευάλωτες ομάδες» που υποτίθεται υπερασπίζονται. Χυδαία υποκείμενα που θα μιλήσουν ενάντια στην εξουσία ενώ, επί της ουσίας, ταυτίζονται με αυτή μέχρι τα μπούνια. Από τη μεριά τους, οι τέως φίλοι τους στα ΜΜΕ δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να προβάλλουν τέτοιες περιπτώσεις σαν την εξαίρεση στον κανόνα. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι ο κόσμος της σήψης είναι ο κανόνας και η ψεύτικη εικόνα των μίντια απλώς το πέπλο συγκάλυψης της απύθμενης αθλιότητάς τους.

Οι δύο αυτοί κόσμοι, ο πραγματικός (και συγκεκαλυμμένος) και ο φαινομενικός, αντανακλούν την υποκρισία της σημερινής κυρίαρχης ηθικής και, κατ’ επέκταση, το αληθινό περιεχόμενο της παγκοσμιοποιητικής κουλτούρας και πολιτικής (με την ευρύτερη έννοια του πεδίου των δημόσιων υποθέσεων). Δηλαδή ενός κοινωνικού παραδείγματος που καταφέρνει να συνδυάζει την πλήρη υποταγή στην αγορά προς όφελος μιας χούφτας πολυεθνικών (όπως ακριβώς αποτυπώνεται π.χ. από τις «4 ελευθερίες» της ΕΕ), οδηγώντας στην εξαθλίωση το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού, με το δήθεν αγωνιστικό και κοινωνικά ευαίσθητο προσωπείο τελείως ανώδυνων αιτημάτων (πολιτικές ταυτότητας, περιβαλλοντισμός κ.λπ.), με κύριο σκοπό τη διάσπαση οποιασδήποτε δυνατότητας για λαϊκή ενότητα.

Έτσι, οι τέως φίλοι του κάθε Παναγιωτόπουλου, Λιγνάδη και δεν συμμαζεύεται, ισχυρίζονται ότι τέτοιους είδους συμπεριφορές αποτελούν αρρωστημένες εξαιρέσεις εντός ενός πλαισίου καθωσπρέπει πολιτικής ορθότητας, υιοθετώντας υπόρρητα μια θέση αντίθεσης μεταξύ ηθικής και πολιτικής, σύμφωνα με την οποία ο ιδιωτικός βίος δεν μπορεί να σχετίζεται με τις δημόσιες υποθέσεις. Αυτή η αντίληψη, σε πλήρη ταύτιση με το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα, που θεωρεί τα άτομα ως εξω-κοινωνικά όντα,[1] παρά τις υστερίες περί «ελευθερίας» (μόνο βέβαια της αγοράς), διαμορφώνει τη σύγχρονη σκλαβιά και στο επίπεδο των αξιών. Κι αυτό γιατί παρόλο που ιδιωτικό-δημόσιο επ’ ουδενί δεν ταυτίζονται, δεν σημαίνει ότι βρίσκονται και σε ρήξη μεταξύ τους.[2] Αντίθετα,  το πεδίο της ηθικής και της πολιτικής είναι άρρηκτα συνδεδεμένα ακριβώς διότι «τα άτομα [που] ζουν σε μια κοινωνία δεν είναι απλώς άτομα, αλλά κοινωνικά άτομα που υπόκεινται σε μια διαδικασία κοινωνικοποίησης, μέσω της οποίας εσωτερικεύουν το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο  και το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα, [που σημαίνει ότι] δεν είναι απλώς ελεύθερα να δημιουργούν τον κόσμο τους, αλλά καθορίζονται από την Ιστορία, την παράδοση και την κουλτούρα, όπως αυτές εκφράζονται μέσα από το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα και το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο».[3] Με άλλα λόγια, η ηθική αντανακλά την πολιτική. Και στη δική μας περίπτωση, ο κόσμος των Παναγιωτόπουλου, Λιγνάδη κ.λπ. αντανακλά τον κόσμο της ανήθικης εξαθλίωσης που επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.

Οι «πολιτικές ταυτότητας» ως μέσο διάσπασης της δυνατότητας για λαϊκή ενότητα

Ωστόσο, υπάρχει και μία άλλη διάσταση στο ζήτημα που εμείς περισσότερο απ’ τον καθένα οφείλουμε να αναδείξουμε, δεδομένης της πλήρους προσχώρησης της αριστεράς στην παγκοσμιοποίηση. Αυτή αφορά τη χρήση και λειτουργία τέτοιων περιστατικών. Αξίζει, λοιπόν, να αναρωτηθούμε γιατί πλέον είναι αυτή η ιδιαίτερη κατηγορία ειδήσεων που παίρνει τέτοιες διαστάσεις και μονοπωλεί το χρόνο των μίντια; Έχει γίνει η κοινωνία μας περισσότερο πατριαρχική ή σεξιστική απ’ ότι στο παρελθόν; Γιατί πλέον οι ελίτ υιοθετούν έναν αντι-πατριαρχικό λόγο δείχνοντας να τάσσονται με τη μεριά των θυμάτων της κακοποιητικής βίας;

Παρά την αδιαμφισβήτητη σημασία ενημέρωσης επί τέτοιων γεγονότων, πρέπει να λάβουμε υπόψη το οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο εντός του οποίου τέτοια γεγονότα μετατρέπονται σε ειδήσεις προς χρήση των μιντιακών ελίτ. Από αυτή την οπτική, γίνεται προφανές ότι η τεράστια δημοσιότητα που λαμβάνουν, όπως και κάθε άλλο δήθεν φλέγον ζήτημα της επικαιρότητας που αναδεικνύεται από τους ποντικο-δημοσιογράφους, στοχεύει στον αποπροσανατολισμό της όποιας δημόσιας συζήτησης από τα θέματα που όντως μας καίουν. Έτσι, αντί να συζητάμε για το διαλυμένο ΕΣΥ, για τις εργασιακές σχέσεις δουλείας κ.λπ. και τον ρόλο της Νέας Διεθνούς Τάξης της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, της Ελλάδας ως προτεκτοράτου της ΕΕ και της υπερεθνικής ελίτ σε αυτό, δηλαδή για ζητήματα που μπορούν να μας ενώσουν, αναλωνόμαστε, τελικά, σε ατελείωτες κουτσομπολίστικου –και, κάποιες φορές, συκοφαντικού– περιεχομένου συζητήσεις, κοινωνικού, βέβαια, ενδιαφέροντος οι οποίες ωστόσο διχάζουν τα θύματα της παγκοσμιοποίησης. Και εδώ βρίσκεται η όλη ουσία.

Τέτοια γεγονότα αποτελούν αφορμή για την ακόμα μεγαλύτερη εμπέδωση και επιβολή των πολιτικών ταυτότητας στα λαϊκά στρώματα, με σκοπό τη διαίρεση των θυμάτων της παγκοσμιοποίησης σε άντρες-γυναίκες, στρέιτ-γκέι-τρανς, λευκούς-μαύρους κ.λπ, προς όφελος των προνομιούχων στρωμάτων. Αυτή η δήθεν προοδευτική ρητορική, η οποία συνιστά βασική όψη της σύγχρονης ιδεολογίας, μπορεί να εναλλάσσεται πανεύκολα στα τηλεοπτικά παράθυρα με τα αφηγήματα περί «καλών ιδιωτικοποιήσεων που μας σώνουν» ή «φιλο-εργατικών» νομοσχεδίων που επιβάλλουν 10ωρη εργασία. Είναι συμβατή με τις πιο άγριες μεριές της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και αποδοτική στη διάσπαση κάθε δυνατότητας για λαϊκή ενότητα που αποτελεί την προϋπόθεση για τον αγώνα εθνικής κυριαρχίας που απαιτείται.[4] Επί της ουσίας, η ατομικιστική θέαση που υιοθετούν οι πολιτικές ταυτότητας των ανθρώπινων δικαιωμάτων κατορθώνει να επεκτείνει την ταξική ηγεμονία της παγκοσμιοποίησης, την ίδια στιγμή που μας πείθει πόσο πατριαρχική, σεξιστική, ρατσιστική κ.λπ. είναι η σημερινή κοινωνία. Έτσι, όχι μόνο διαχωρίζονται τα θύματα της παγκοσμιοποίησης, αλλά και ο κάθε εν δυνάμει αιρετικός νέος με διάθεση να παλέψει εγκλωβίζεται σε ενδοσυστημικούς αγώνες και απομακρύνεται από κάθε δυνατότητα για αντισυστημική συνειδητοποίηση.[5]

Το ταξικό ζήτημα της εποχής μας: η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση

Αν μερικοί υποστηρίζουν ότι σήμερα βιώνουμε έναν πολιτιστικό πόλεμο που εκφράζεται με τα ακόλουθα δίπολα, συλλογικός αυτοκαθορισμός vs ατομικά δικαιώματα, εθνική ομοιογένεια vs πολυπολιτισμός, κοινοβουλευτική δημοκρατία vs υπερεθνική δημοκρατία των ειδικών, κατά τη γνώμη μας αυτά τα όντως υπαρκτά δίπολα αντανακλούν την ευρύτερη κοινωνική σύγκρουση με κέντρο το ταξικό ζήτημα της εποχής μας: την παγκοσμιοποίηση. Με άλλα λόγια, από τη μία μεριά έχουμε τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, δηλαδή μεταξύ άλλων μία νέα εργατική τάξη που δεν δουλεύει πλέον τόσο σε εργοστάσια όσο σε υπηρεσίες, τους αυτό-απασχολούμενους, τον ωκεανό ανέργων και περιστασιακά εργαζόμενων, τους «πατριώτες» που τους ενοχλεί η πολιτιστική ομογενοποίηση. Και από την άλλη την ντόπια και υπερεθνική ελίτ, τα στελέχη των πολυεθνικών που ονειρεύονται μία «εκσυγχρονισμένη» Ελλάδα στα πρότυπα της αθλιότητας της Μεγάλης Βρετανίας με την τεράστια ανισότητα, τα κομισάριους των ΜΜΕ, τους «μορφωμένους» των πανεπιστημίων, τους διάφορους Βαρουφάκηδες «αριστερούς» του χαβιαρού των ατομικών δικαιωμάτων κ.λπ. Το επίδικο της σύγκρουσης αυτής, που στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο έχει πάρει ιδιαίτερα έντονη μορφή (Brexit, εκλογή Τραμπ, κόμμα Λεπέν κ.λπ.), είναι η εθνική κυριαρχία. Δηλαδή η δυνατότητα των λαϊκών στρωμάτων να ελέγχουν την οικονομική και πολιτική διαδικασία, όπως και την κουλτούρα τους, μακριά από ντιρεκτίβες υπερεθνικών οργανισμών.

Στα παρ’ ημίν, ωστόσο, παρά τις όποιες αντιστάσεις του ελληνικού λαού, φαίνεται ότι η παγκοσμιοποίηση, με τη μορφή των μνημονιακών πολιτικών, της λατινοαμερικανοποίησης της κοινωνικής ζωής, που πλέον ελέγχεται από μπράβους ναρκέμπορων, της επιβολής της ιδεολογίας των ατομικών δικαιωμάτων σε μεγάλο κομμάτι της νεολαίας, της κουλτούρας της καταναλωτικής καλοπέρασης και του παρτακισμού, έχει επικρατήσει. Η περίπτωση Παναγιωτόπουλου και, ταυτόχρονα, η κυριαρχία του «πατριαρχικού» αφηγήματος αποτελούν μία ακόμα απόδειξη.

 

[1] Το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα ορίζεται ως το σύστημα ιδεών, πεποιθήσεων και των αντίστοιχων αξιών που είναι κυρίαρχο σε μια συγκεκριμένη κοινωνία σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Βλ. Takis Fotopoulos, “Mass Media, Culture and Democracy”, The International Journal of Inclusive Democracy, Vol. 5, No. 1 (March 1999). Σήμερα, το κοινωνικό παράδειγμα που έχει επικρατήσει συνιστά ένα μίγμα τριών ιδεολογικών, θεωρητικών και ευρύτερα πολιτιστικών ρευμάτων, τα οποία σε συνδυασμό με τη γενικευμένη αλλαγή των συστημικών παραμέτρων (ανάδυση Πολυεθνικών και κατάρρευση σοσιαλδημοκρατικού κρατισμού, κρίση του μαρξισμού και γενικότερα του αντικειμενικού επιστημονισμού, ήττα του Μάη του ’68 και επικράτηση των ατομικιστικών-χιπ τάσεών του) κατά το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα αλληλεπίδρασαν στενά, ώστε να διαμορφώσουν αυτό που ονομάζουμε παγκοσμιοποιητική κουλτούρα και ιδεολογία. Ο (νεο)φιλελευθερισμός, ο μεταμοντερνισμός αλλά και καινοφανή στοιχεία που έφερε η παγκοσμιοποίηση, (όπως π.χ. η  επιβαλλόμενη από την Υπερεθνική Ελίτ αλλαγή προς την παγκόσμια διακυβέρνηση, που επιβάλλεται τόσο άμεσα, μέσω θεσμικών αλλαγών που απαξιώνουν τα εθνικά κοινοβούλια, όσο και έμμεσα μέσω της κουλτούρας της παγκοσμιοποίησης, που κάνει την εθνική κυριαρχία των κοινοβουλίων να μοιάζει μια απαρχαιωμένη ιδέα), δημιούργησαν μια καινούργια σύνθεση που εξέφραζε τη νέα φάση της του καπιταλιστικού συστήματος, δηλ. τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Όπως τόνιζε πριν από περίπου 20 χρόνια ο Τάκης Φωτόπουλος, «[ε]ίναι προφανές ότι ο νεοφιλελεύθερος μεταμοντερνισμός είναι η κατ’ εξοχήν ιδεολογία της νεοφιλελεύθερης φάσης της νεωτερικότητας και, υπό αυτή την έννοια, συνιστά το σημερινό κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα, τουλάχιστον όσον αφορά την πολιτική και την οικονομία», Τάκης Φωτόπουλος, «The Myth of Postmodernity», Democracy & Nature, Vol. 7, No. 1 (2001). Ενώ σε πιο πρόσφατη παρέμβασή του σημειώνει σχετικά ότι: «[η] ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης, η οποία είναι φυσικά η κυρίαρχη ιδεολογία σήμερα, είναι απλώς το σύνολο των ιδεών και των πεποιθήσεων που χρησιμοποιούνται για να «δικαιολογήσουν» (υποτίθεται αντικειμενικά) τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση σε κάθε της διάσταση, δηλαδή οικονομική, πολιτική, πολιτιστική κ.ο.κ.», Takis Fotopoulos, “The Crisis of the Ideology of Neoliberal Globalization”, The International Journal of Inclusive Democracy, Vol. 13, No. 1 (Winter-Summer 2017).

[2] Η φιλελεύθερη κοσμοθεώρηση, η οποία αποτελεί βασικό συστατικό του κυρίαρχου κοινωνικού παραδείγματος, τοποθετεί το «αυτόνομο και ορθολογικό άτομο» στο κέντρο της και, με βάση την ατομικιστική αντίληψη επί του κόσμου, θεωρεί ότι η κοινωνία αποτελεί απλώς ένα συνονθύλευμα ατόμων τα οποία αναγκάστηκαν να τη συγκροτήσουν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους και να προστατεύσουν την ασφάλειά τους. Με αυτόν τον τρόπο, η συλλογική διάσταση της ανθρωπότητας εξαλείφεται. Μάλιστα, στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, παρατηρούμε ότι η τοποθέτηση της ατομικής (και μόνο) ελευθερίας ως προτεραιότητας, πέραν οτιδήποτε άλλου, ουσιαστικά σημαίνει ότι οι θεσμοί της κοινότητας, όπως η παράδοση, η κοινή ιστορία, η εθνική κουλτούρα κ.λπ. υποχωρούν, με τις ευχές και την παρότρυνση βέβαια της Υπερεθνικής Ελίτ. Προφανώς, με την παραπάνω διαπίστωση οι κλασικοί φιλελεύθεροι του 19ου αιώνα θα διαφωνούσαν κάθετα, καθώς αναγνώριζαν ότι, για παράδειγμα, η ελευθερία του ατόμου, όπως εκφράζεται μέσα από την επιδίωξη της ελεύθερης αγοράς, εξαρτάται από τη λειτουργία κοινωνικών θεσμών (π.χ. εκπαίδευση, νομικό σύστημα κ.λπ). Συνεπώς, σήμερα έχουμε μία “νέα” μορφή φιλελευθερισμού, τον παγκοσμιοποιητικό φιλελευθερισμό, εντός του οποίου τα θεμελιώδη στοιχεία της κλασικής εκδοχής έχουν υπερτονιστεί (ατομικιστική θεώρηση, πίστη στην αγορά, κριτική στην παράδοση) σε βάρος οποιασδήποτε συλλογικής θεώρησης της κοινωνίας (π.χ. σημασία κοινών παραδόσεων στη διαμόρφωση των κοινοτήτων).

[3] Τάκης Φωτόπουλος, Περιεκτική Δημοκρατία – 10 Χρόνια Μετά, (Ελεύθερος Τύπος, 2008), σελ. 311.

[4] «Η έκβαση της κοινωνικής πάλης, είτε αυτή ήταν για εθνικο-απελευθερωτικούς σκοπούς είτε για αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, εξαρτιέται από τον βαθμό ενότητας που τροφοδοτεί και το επίπεδο συνείδησης των λαϊκών στρωμάτων», ΣΟ του πόρταλ Αντιπαγκοσμιοποίηση-Αυτοδυναμία-Περιεκτική Δημοκρατία, “Η λαϊκή ενότητα προϋπόθεση της Εθνικής Κυριαρχίας έναντι στη Νέα Διεθνή Τάξη”, 08/11/2017. Ωστόσο, υπάρχουν δύο είδη ενότητας, «[η] ταξική, η οποία, όσο βαθύτερη είναι μέσα στα λαϊκά στρώματα, τόσο η αλλαγή κοινωνικοοικονομικού συστήματος γίνεται πιο εφικτή, και η λαϊκή ενότητα, η οποία καθορίζει την ένταση της πάλης για εθνική κυριαρχία (π.χ. ΕΑΜ), η οποία δεν συνίσταται βέβαια σε αλλαγή συστήματος, αλλά ωστόσο αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη ριζική κοινωνική αλλαγή. Επομένως, δεδομένου των συνθηκών προτεκταριοποίησης και οικονομικής κατοχής που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα, ο σκοπός της κοινωνικής πάλης σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι η επίτευξη του απαραίτητου βαθμού λαϊκής ενότητας που απαιτείται για την εθνική απελευθέρωση», Ανακοίνωση ΜΕΚΕΑ, «Η πολιτιστική παγκοσμιοποίηση είναι εξίσου καταστροφική με την οικονομική», πόρταλ Αντιπαγκοσμιοποίηση-Αυτοδυναμία-Περιεκτική Δημοκρατία, 04/09/2018.