Print Friendly, PDF & Email

Σχόλιο: Ο παλαίμαχος φιλελεύθερος δημοσιογράφος Τζον Πίλγκερ είναι από τις σπάνιες ρηξικέλευθες φωνές στον χώρο αυτό, του οποίου η άτεγκτη δραστηριότητα κόστισε τη θέση του εδώ και πάνω από δεκαετία στον Γκάρντιαν και σε άλλες άθλιες φυλλάδες της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς». Με το άρθρο του αυτό χώνει τα χέρια του στα βρώμικα νερά του νέου κύματος προπαγάνδας της Υπερεθνικής και ιδιαίτερα της Αμερικάνικης φιλελεύθερης, ιδίως, ελίτ, η οποία επιχειρεί να «αναθεωρήσει» τη σύγχρονη Ιστορία των εγκλημάτων της Δύσης προς όφελος της. Όλα αυτά σε μια εποχή όπου έχει γιγαντωθεί ένα καθαρά χειραγωγούμενο «κίνημα», αρχικά στην Αμερική, με σκοπό την αναθεώρηση ιδιαίτερα της Αμερικάνικης ιστορίας, λογοτεχνίας και τέχνης στα πρότυπα της «πολιτικής ορθότητας» που επιβάλλεται από το πιο επιθετικό κομμάτι της Υπερεθνικής και της Σιωνιστικής Ελίτ (βλ. μεταμοντέρνους «ακαδημαϊκούς», χρηματοδότες-ακτιβιστές τύπου Σόρος κλπ.). Έτσι, κλασικά βιβλία που αποτύπωναν εντελώς άλλες εποχές, νοοτροπίες και συνθήκες χαρακτηρίζονται ως …ρατσιστικά και αποσύρονται από τις βιβλιοθήκες των Πανεπιστημίων, των σχολείων κλπ., ενώ τώρα αναθεωρείται και η πολύ πρόσφατη Αμερικανική ιστορία χωρίς τον παραμικρό δημόσιο διάλογο αλλά με μονόπατη προπαγάνδα από τα ΜΜΕ. Πρόσφατο παράδειγμα είναι άλλωστε τα κινήματα κάποιων δραστήριων –και με γερές πλάτες — μικρών μειοψηφιών-«ακτιβιστών» για τη βίαιη κατάρριψη των αγαλμάτων ηγετικών μορφών των «Νοτίων» του Αμερικάνικου Εμφυλίου ως ρατσιστικά κλπ.. Αυτό δεν αναιρεί βέβαια τον ρατσισμό των τελευταίων απέναντι στους μαύρους, αλλά η επιλεκτική και επικίνδυνα φασίζουσα αντίληψη με το πρόσχημα του «αντιρατσισμού» που εκφράζουν αυτά τα «κινήματα» αποκλείει εξ αρχής τον πραγματικά ισότιμο και δίκαιο διάλογο για περίπλοκα και αμφιλεγόμενα θέματα της Αμερικάνικης ιστορίας (π.χ. «θάβεται» ο ανάλογα ρατσιστικός ρόλος των Βορείων που απλά ήθελαν την εκμετάλλευση των μαύρων με όρους «αγοράς» και όχι της «ξεπερασμένης» δουλείας —για να μη συζητήσουμε την καθοριστική ευθύνη τους στο ασύλληπτο Ολοκαύτωμα των Ιθαγενών της Αμερικής, για την οποία δεν λένε κουβέντα οι «ακτιβιστές»-ακόλουθοι του κάθε Σόρος). Δεν συμφωνούμε καθόλου με τη συνήθη αφέλεια του Πίλγκερ και γενικά των Αμερικανών αναλυτών που, χωρίς συστημική ανάλυση, βλέπουν ως «προοδευτικότερες» από την Αμερική τις Ευρωπαϊκές χώρες και τις ελίτ τους όπως της …Γερμανίας, ξεχνώντας ότι οι ελίτ αυτές απλά προτιμούν μια πιο ήπια τακτική «ενσωμάτωσης», με τον ίδιο όμως στόχο: Την πλήρη υποταγή, οικονομική, πολιτική και πολιτιστική, των εθνών και των λαών στη Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, την οποία υπηρετούν. Για την οποία όμως ο Πίλγκερ δεν λέει κουβέντα, σε αντίθεση με άλλους πιο ριζοσπαστικούς φιλελεύθερους δημοσιογράφους όπως ο Νείλ Κλαρκ, του οποίου πολύ σύντομα θα δημοσιεύσουμε σχετικό άρθρο από τα Αγγλικά.

(Η έμφαση στο κείμενο είναι δική μας)

Η θανάτωση της ιστορίας

 John Pilger

21/09/2017

Ένα από τα πιο πολυδιαφημισμένα «γεγονότα» της αμερικανικής τηλεόρασης, η μίνι-σειρά «Ο πόλεμος του Βιετνάμ», ξεκίνησε να προβάλλεται στο δίκτυο PBS. Οι σκηνοθέτες είναι οι Ken Burns και Lynn Novick. Ο Burns, βραβευμένος για τα ντοκιμαντέρ του για τον Εμφύλιο Πόλεμο, τη Μεγάλη Ύφεση και την ιστορία της τζαζ, λέει για τις ταινίες του για το Βιετνάμ: «Θα εμπνεύσουν τη χώρα μας να αρχίσει να μιλά και να σκέφτεται τον πόλεμο του Βιετνάμ με έναν εντελώς νέο τρόπο».

Σε μια κοινωνία [Σ.Ε.: εννοεί την αμερικανική] που συχνά στερείται ιστορικής μνήμης και σε συνάρτηση με την προπαγάνδα περί της «εξαιρετικότητας» της, ο «εντελώς νέος» πόλεμος του Βιετνάμ του Burns παρουσιάζεται ως «επική ιστορική δουλειά». Η πλούσια διαφημιστική καμπάνια της προωθεί τον μεγαλύτερο χρηματοδότη της, την Τράπεζα της Αμερικής, η οποία το 1971 κάηκε από τους φοιτητές στη Σάντα Μπάρμπαρα της Καλιφόρνια, ως σύμβολο του μισητού πολέμου στο Βιετνάμ.

Ο Burns λέει ότι είναι ευγνώμων σε «ολόκληρη την οικογένεια της Τράπεζας της Αμερικής», η οποία «υποστηρίζει εδώ και καιρό τους βετεράνους της χώρας μας». Η Τράπεζα της Αμερικής ήταν ένα εταιρικό στήριγμα σε μια εισβολή που σκότωσε ίσως έως και τέσσερα εκατομμύρια Βιετναμέζους και κατέστρεψε και δηλητηρίασε μια κάποτε πλούσια γη. Περισσότεροι από 58.000 Αμερικανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν και ένας ανάλογος αριθμός εκτιμάται ότι αυτοκτόνησε.

Παρακολούθησα το πρώτο επεισόδιο της σειράς στη Νέα Υόρκη. Από την αρχή δεν σας αφήνει καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις της. Ο αφηγητής λέει ότι ο πόλεμος «ξεκίνησε με καλή πίστη από αξιοπρεπείς ανθρώπους εξαιτίας μοιραίων παρεξηγήσεων, υπερβολικής αμερικάνικης αυτοπεποίθησης και παρεξηγήσεων του Ψυχρού Πολέμου».

Η ανεντιμότητα της δήλωσης αυτής δεν αποτελεί έκπληξη. Η κυνική κατασκευή μορφών  προβοκάτσιας τύπου «false flag» («ψεύτικη σημαία»–ΣΕ: η τακτική να καταλογίζεις στον εχθρό σου εγκλήματα που κάνεις εσκεμμένα εσύ) που οδήγησαν στην εισβολή στο Βιετνάμ είναι αποδεδειγμένα γεγονότα– το «περιστατικό» του Κόλπου του Tonkin το 1964, το οποίο ο Burns προωθεί ως αληθινό, ήταν μόνο ένα μια από αυτές [τις προβοκάτσιες]. Τα ψέματα αυτά πετούν στα σκουπίδια ένα πλήθος επίσημων εγγράφων, κυρίως τα Έγγραφα του Πενταγώνου, τα οποία κυκλοφόρησε το 1971 ο εξαίτερος πληροφοριοδότης Daniel Ellsberg.

Δεν υπήρχε καλή πίστη. Η πίστη ήταν σάπια και καρκινική. Για μένα — όπως πρέπει να συμβαίνει με πολλούς Αμερικανούς — είναι δύσκολο να παρακολουθήσω τους χάρτες του «κόκκινου κινδύνου» [της σειράς], συνεντευξιαζόμενους που εμφανίζονται χωρίς καμία εξήγηση, το ανάρμοστα μονταρισμένο αρχειακό υλικό και τις κλαψιάρικες συνέχειες των μαχών της Αμερικής.

Στο «δελτίο τύπου της σειράς στη Βρετανία θα την προβάλει εδώ το BBC δεν υπάρχει καμία αναφορά για Βιετναμέζους νεκρούς, μόνο Αμερικανούς. «Όλοι αναζητούμε κάποιο νόημα σε αυτή τη φοβερή τραγωδία», λέει η Novick. Πόσο ορθώς μεταμοντέρνα.

Όλα αυτά θα είναι γνωστά σε όσους έχουν παρατηρήσει πως τα αμερικανικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τα μεγαθήρια παραγωγής λαϊκής κουλτούρας έχουν αναθεωρήσει και εξυπηρετήσει το τεράστιο έγκλημα του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα: από τα «Πράσινα Μπερέ» (1968) και τον «Ελαφοκυνηγό» (1978) στον Ράμπο (1982 κ.ο.κ.), και έτσι έχουν νομιμοποιήσει συνεχόμενους πολέμους επιθετικότητας. Ο ρεβιζιονισμός δεν σταματά ποτέ και το αίμα ποτέ δεν στεγνώνει. Ο εισβολέας οικτίρεται και εκκαθαρίζεται από τις ενοχές του, ενώ «ψάχνει για κάποιο νόημα σε αυτή την τρομερή τραγωδία». Παραθέτοντας τον Bob Dylan: «Ω, πού είσαι, γαλανομάτη γιε μου;»

Σκέφτομαι την υποτιθέμενη «ευπρέπεια» και την «καλή πίστη» όταν θυμάμαι τις πρώτες μου εμπειρίες ως νεαρός δημοσιογράφος στο Βιετνάμ: Κοιτάζοντας υπνωτισμένος, καθώς το δέρμα παιδιών αγροτών που είχαν βομβαρδιστεί με βόμβες ναπάλμ αποκολλιούνταν σαν παλιά περγαμηνή και οι ακολουθίες από βόμβες άφηναν τα δέντρα απολιθωμένα και στολισμένα με ανθρώπινη σάρκα. Ο στρατηγός William Westmoreland, ο Αμερικανός διοικητής, αναφερόταν στους ανθρώπους με τον όρο «τερμίτες».

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πήγα στην επαρχία Quang Ngai, όπου στο χωριό Μι Λάι (My Lai), μεταξύ 347 και 500 ανδρών, γυναικών και βρεφών δολοφονήθηκαν από αμερικανικά στρατεύματα (ο Burns προτιμά τον όρο «σκοτώθηκαν»). Εκείνη την εποχή, το περιστατικό παρουσιάστηκε ως μια εκτροπή: μια «αμερικανική τραγωδία» (Newsweek). Σε αυτή την επαρχία εκτιμάται ότι 50.000 άνθρωποι σφαγιάστηκαν κατά την εποχή των αμερικανικών «ελεύθερων ζωνών πυρός» (Σ.Μ.: ζώνες στις οποίες ο οποιοσδήποτε μπορεί να ανοίξει πυρ χωρίς εντολή ή συντονισμό με την βάση). Μαζική ανθρωποκτονία. Αυτό δεν ήταν είδηση.

Στα βόρεια, στην επαρχία Quang Tri, ρίχτηκαν περισσότερες βόμβες από ό,τι σε όλη τη Γερμανία κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Από το 1975, βόμβες που δεν είχαν εκραγεί, προκάλεσαν περισσότερους από 40.000 θανάτους κυρίως στο «Νότιο Βιετνάμ», τη χώρα που η Αμερική ισχυρίστηκε ότι «σώζει» και που, μαζί με τη Γαλλία, το συνέλαβαν ως μοναδική αυτοκρατορική πανουργία.

Το «νόημα» του πολέμου του Βιετνάμ δεν διαφέρει από το νόημα της γενοκτονικής εκστρατείας εναντίον των Ιθαγενών Αμερικανών, των αποικιακών σφαγών στις Φιλιππίνες, των ατομικών βομβαρδισμών κατά της Ιαπωνίας, της ισοπέδωσης κάθε πόλης στη Βόρεια Κορέα. Ο στόχος περιγράφηκε από τον συνταγματάρχη Edward Lansdale, τον διάσημο άνθρωπο της CIA, στον οποίο ο Graham Greene βάσισε τον κεντρικό χαρακτήρα του στο βιβλίο  «Ο Ήσυχος Αμερικανός».

Κάνοντας αναφορά στο “The War of the Flea” [κλασικό βιβλίο για το αντάρτικο] του Robert Taber, ο Lansdale δήλωσε: «Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να νικήσουμε έναν εξεγερμένο λαό που δεν θα παραδοθεί και αυτός είναι η εξολόθρευση. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να ελεγχθεί μια περιοχή που δίνει καταφύγιο στην αντίσταση, και αυτό είναι να την μετατρέψουμε σε έρημο.»

Τίποτα δεν άλλαξε. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ απευθύνθηκε στα Ηνωμένα Έθνη στις 19 Σεπτεμβρίου όργανο που ιδρύθηκε για να προστατεύσει την ανθρωπότητα από τη «μάστιγα του πολέμου» δήλωσε ότι είναι «έτοιμος, πρόθυμος και ικανός» να «καταστρέψει εντελώς» τη Βόρεια Κορέα και τους 25 εκατομμύρια κατοίκους της. Κόπηκε η ανάσα στο κοινό του, αλλά η γλώσσα του Τραμπ δεν ήταν ασυνήθιστη.

Η αντίπαλός του για την Προεδρία, η Χίλαρυ Κλίντον, είχε καυχηθεί ότι ήταν έτοιμη να «εξαλείψει εντελώς» το Ιράν, ένα έθνος με περισσότερα από 80 εκατομμύρια ανθρώπους. Αυτός είναι ο Αμερικανικός Τρόπος. Μόνο τα προσχήματα λείπουν τώρα.

 

Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, με εντυπωσιάζει η σιωπή και η απουσία αντιπολίτευσης — στους δρόμους, στη δημοσιογραφία και στις τέχνες, σαν η διαφωνία, κάποτε ανεκτή από το «κατεστημένο», να έχει υποχώρησει σε μια μόνο ασυμφωνία: σε ένα μεταφορικό «υπόγειο ρεύμα»..

Υπάρχει άφθονη «φασαρία» για το Τραμπ τον απεχθή, τον «φασίστα», αλλά σχεδόν καμία για το Τραμπ ως σύμπτωμα και καρικατούρα ενός διαρκούς συστήματος κατάκτησης και εξτρεμισμού.

Πού είναι τα φαντάσματα των μεγάλων αντιπολεμικών διαδηλώσεων που κατέλαβαν την Ουάσιγκτον τη δεκαετία του ’70; Πού είναι το ισοδύναμο του κινήματος Freeze που γέμισε τους δρόμους του Μανχάταν στη δεκαετία του 1980, απαιτώντας από τον Πρόεδρο Ρέιγκαν να αποσύρει τα πυρηνικά όπλα από την Ευρώπη;

Η άκρατη ενέργεια και η ηθική επιμονή αυτών των μεγάλων κινήσεων πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό. Μέχρι το 1987 ο Ρέιγκαν είχε διαπραγματευθεί με τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ μια Συνθήκη Πυρηνικών Μεσαίας Εμβέλειας (INF), που έθεσε τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο.

Σήμερα, σύμφωνα με μυστικά έγγραφα του ΝΑΤΟ που αποκτήθηκαν από τη γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung, αυτή η ζωτική συνθήκη είναι πιθανό να εγκαταλειφθεί, καθώς ο «σχεδιασμός πυρηνικής στόχευσης αυξάνεται». Ο Γερμανός Υπουργός Εξωτερικών Sigmar Gabriel προειδοποίησε ότι «δεν πρέπει επαναληφθούν τα χειρότερα λάθη του Ψυχρού Πολέμου … Όλες οι καλές συνθήκες για τον αφοπλισμό και τον έλεγχο των όπλων από τον Γκορμπατσόφ και τον Ρέιγκαν βρίσκονται σε οξύ κίνδυνο. Η Ευρώπη απειλείται και πάλι να γίνει πεδίο εκπαίδευσης πυρηνικών όπλων. Πρέπει να υψώσουμε τη φωνή μας ενάντια σε αυτό».

Αλλά όχι στην Αμερική. Οι χιλιάδες που συμμετείχαν στην «επανάσταση» του γερουσιαστή Bernie Sanders στην προεκλογική καμπάνια του περασμένου έτους είναι συλλογικά σιωπηλοί σχετικά με αυτούς τους κινδύνους. Ότι η περισσότερη βία της Αμερικής σε ολόκληρο τον κόσμο έχει διαπραχθεί όχι από Ρεπουμπλικάνους, ή μεταλλαγμένους όπως ο Τραμπ, αλλά από τους φιλελεύθερους δημοκράτες, παραμένει ταμπού.

Ο Μπαράκ Ομπάμα ήταν η αποθέωση αυτού του φαινόμενου, με επτά ταυτόχρονους πολέμους, προεδρικό ρεκόρ, συμπεριλαμβανομένης της καταστροφής της Λιβύης ως σύγχρονου κράτους. Η ανατροπή από τον Ομπάμα της εκλεγμένης κυβέρνησης της Ουκρανίας είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα: τη μαζική συγκέντρωση καθοδηγούμενων από τις ΗΠΑ δυνάμεων του ΝΑΤΟ στη δυτική όχθη της Ρωσίας, μέσω της οποίας οι Ναζί εισέβαλαν το 1941.

Ο «άξονας στην Ασία» του Ομπάμα το 2011 σηματοδότησε τη μεταφορά της πλειονότητας των ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων της Αμερικής στην Ασία και τον Ειρηνικό με μοναδικό σκοπό να εναντιωθεί και να προκαλέσει την Κίνα. Η παγκόσμια εκστρατεία δολοφονιών του βραβευμένου με Νόμπελ Ειρήνης είναι αναμφισβήτητα η πιο εκτεταμένη εκστρατεία τρομοκρατίας από τις 9/11.

Αυτό που είναι γνωστό στις ΗΠΑ ως «αριστερά» είναι ουσιαστικά συνδεδεμένο με τις πιο σκοτεινές εσοχές της θεσμικής εξουσίας, συγκεκριμένα το Πεντάγωνο και τη CIA, για να καταργήσει μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ του Τραμπ και του Βλαντιμίρ Πούτιν και να παλινορθώσει τη Ρωσία ως εχθρό, με βάση αναπόδεικτες εικασίες της φερόμενης παρέμβασής της στις προεδρικές εκλογές του 2016.

Το αληθινό σκάνδαλο είναι η ύπουλη ανάληψη της εξουσίας από μοχθηρά πολεμοχαρή συμφέροντα, τα οποία δεν έχει ψηφίσει κανένας  Αμερικανός. Η ταχεία υπερίσχυση του Πενταγώνου και των υπηρεσιών παρακολούθησης υπό τον Ομπάμα αντιπροσώπευε μια ιστορική μετατόπιση της εξουσίας στην Ουάσινγκτον. Ο Daniel Ellsberg το ονόμασε σωστά πραξικόπημα. Οι τρεις στρατηγοί που ελέγχουν τον Trump είναι οι μάρτυρες του.

Όλα αυτά αποτυγχάνουν να διεισδύσουν σε εκείνους τους «φιλελεύθερους εγκεφάλους που είναι βυθισμένοι στην φορμαλδεΰδη των πολιτικών ταυτότητας», όπως σημείωσε αξιοσημείωτα η Luciana Bohne. Εμπορευματοποιημένη και δοκιμασμένη στην αγορά, η «ποικιλομορφία»/«διαφορετικότητα» είναι το νέο φιλελεύθερο εμπορικό προϊόν. Δεν είναι η υπηρέτηση των ανθρώπων της λαϊκής τάξης ανεξάρτητα από το φύλο και το χρώμα του δέρματος τους. Δεν είναι ευθύνη όλων να σταματήσουν έναν βάρβαρο πόλεμο για να τερματίσουν όλους τους πολέμους.


«Πώς στο διάβολο κατέληξα σε αυτό;» ρωτάει ο Μάικλ Μουρ (
Michael Moore) στο σόου του στο Broadway, «Terms of My Surrender», ένα θέατρο-βαριετέ για τους  «δυσαρεστημένους», βρισκόμενος μπροστά σε ένα σκηνικό με τον Τραμπ στον ρόλο του Μεγάλου Αδελφού.

Θαυμάζα την ταινία του Μουρ, «Roger & Me», σχετικά με την οικονομική και κοινωνική καταστροφή της πατρίδας του Flint του Michigan και το «Sicko», την έρευνα του για τη διαφθορά της υγειονομικής περίθαλψης στην Αμερική.


Τη νύχτα που είδα την παράστασή του, το χαρούμενο ακροατήριό του, που χειροκροτούσε, επευφημούσε τη διαβεβαίωση του Μουρ ότι «είμαστε η πλειοψηφία!» και τις εκκλήσεις του να «υπονομεύσουν τον Τραμπ, έναν ψεύτη και φασίστα!» Το μήνυμά του φάνηκε να είναι ότι αν πιάνατε τη μύτη σας και ψηφίζατε τη Χίλαρυ Κλίντον, η ζωή θα ήταν και πάλι προβλέψιμη.

Μπορεί να έχει δίκιο. Αντί να απλώς να βρίζει τον κόσμο, όπως κάνει ο Τραμπ, η Μεγάλη Καταστροφέας ίσως είχε επιτεθεί στο Ιράν και είχε ρίξει πυραύλους στον Πούτιν, τον οποίο παρομοίαζε με τον Χίτλερ: Μια μοναδική αισχρολογία, δεδομένου ότι οι 27 εκατομμύρια Ρώσοι πέθαναν στην εισβολή του Χίτλερ.

«Ακούστε», είπε ο Μουρ, «αφήνοντας κατά μέρος αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις μας, ο κόσμος πραγματικά αγαπάει τους Αμερικάνους!»

Σιωπή στο ακροατήριο

 

ΠΗΓΗ: John Pilger