Print Friendly, PDF & Email

Τα 3/4 της κοινότητας της Μάνδρας Αττικής είναι κατεστραμμένα από την πρόσφατη πλημμύρα και οι νεκροί ανέρχονται πλέον στους 20 στην ευρύτερη περιοχή της δυτικής Αττικής. Με περισσό θράσος τα κυβερνητικά ΜΜΕ από την πρώτη στιγμή ακόμα της καταστροφής επιδόθηκαν σε ένα αναίσχυντο επικοινωνιακό παιχνίδι για να δικαιολογήσουν όχι μόνο την εγκληματικό ρόλο της σημερινής κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, αλλά και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων και τοπικών αρχών που ευθύνονται αποκλειστικά για τους νεκρούς και τις καταστροφές. Η σκύλευση πάνω στους νεκρούς της δυτικής Αττικής και στη κατεστραμμένη πόλη είναι άνευ προηγουμένου από τα κομματικά στελέχη κυβέρνησης και αντιπολίτευσης και τους αντίστοιχους δημοσιογράφους τους που έχουν αναλάβει για μία ακόμη φορά να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο για τις πραγματικές αιτίες της καταστροφής.

Μέσω των κυβερνητικών καναλιών και ομιλιών στη Βουλή (Μπαλαούρας, Καφαντάρη κ.α.) επιχειρήθηκε η απόδοση των αιτιών της τραγωδίας βασικά σε…φυσικά αίτια, στα ακραία καιρικά φαινόμενα και στην «κλιματική αλλαγή». Κρατικό κανάλι – προφανώς με εντολές άνωθεν – έπαιζε ντοκιμαντέρ για την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο το ίδιο βράδυ που οι κάτοικοι της Μάνδρας θρηνούσαν τους νεκρούς τους! Ο Τσίπρας επισκεπτόμενος τα περίχωρα του Δήμου Μάνδρας, επαναλάμβανε ότι κάποιο «ακραίο καιρικό φαινόμενο» προφανώς ευθύνεται για αυτά που συνέβησαν καθώς και κάποιοι «κακοί σχεδιασμοί» στο παρελθόν κλπ…Φυσικά όλοι αυτοί δεν μας είπαν γιατί παρότι η «κλιματική αλλαγή» (που τη θεωρούν αυθαίρετα δεδομένη για μια χώρα με έντονο “τοπικό” κλίμα όπως η Ελλάδα) και τα ακραία καιρικά φαινόμενα έπληξαν σχεδόν όλη τη χώρα, ήταν στη συγκεκριμένη περιοχή που έγινε τέτοια καταστροφή και θρηνήσαμε νεκρούς ! Και αυτό ενώ οι αρμόδιοι στην κυβέρνηση είχαν προειδοποιηθεί εδώ και χρόνια για τις ιδιαιτερότητες της περιοχής και τα πελώρια προβλήματα της, που όπως θα δούμε, ανάγονται στο μοντέλο εξαρτημένης «ανάπτυξης» που επιβλήθηκε από τις ντόπιες και ξένες ελίτ ειδικά μετά την ένταξη στην ΕΟΚ/ΕΕ. Παρόμοιο παράδειγμα πολιτικής αναισθησίας όμως σαν αυτό που επέδειξε η πρώτη φορά «αριστερά» ίσως δεν έχει ξαναϋπάρξει.

Το υπηρετικό προσωπικό ασφαλείας των κομματόσκυλων ήταν ακροβολισμένο και προστάτευε τον πρωθυπουργό και τους υπόλοιπους για τυχόν παρατράγουδα από τους πληγέντες της περιοχής, που η οργή τους ξεχειλίζει. Φυσικά οι υπεύθυνοι ασφαλείας του κλιμακίου του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσουν τα αφεντικά τους να μπουν μέσα στη κατεστραμμένη πόλη της Μάνδρας. Η πρωθυπουργική επίσκεψη έληξε στα περίχωρα της πολύπαθης πόλης παρέα με τις κάμερες. Ο ίσως πιο λαομίσητος πρωθυπουργός από καταβολής ελληνικού κράτους ευχόταν μπροστά στη κάμερα να μην «υπάρξουν άλλα θύματα»…

Αφού λοιπόν τα «αίτια» αποδόθηκαν από τους δωσίλογους πολιτικούς βασικά σε «φυσικά αίτια» και ακόμα και τα άμεσα μέτρα πρόληψης αντικαταστάθηκαν από τις «ευχές» ενός υποτιθέμενου «πρωθυπουργού», το χρέος τους επετεύχθη…

Υπάρχουν φυσικά άμεσες ευθύνες για την καταστροφή και συγκεκριμένα αίτια που συγκαλύπτονται από τον ένα ή από τον άλλο με αποτέλεσμα μισές «αλήθειες» και μια κοντόφθαλμη οπτική προς όφελος των κομματικών μηχανισμών, που δεν φθάνει στις πραγματικές αιτίες.

Να ξεκαθαρίσουμε καταρχάς τα πιο άμεσα ζητήματα

Αυτοί οι ισχυρισμοί βέβαια από πρωθυπουργό και τους «αρμόδιους» καρεκλοκένταυρους δεν είναι απλά υποκριτικοί, αλλά επισείουν και ποινικές ευθύνες. Το μπάζωμα των ρεμάτων και οι «κακοτεχνίες» των προηγούμενων δεκαετιών «ανάπτυξης» της περιοχής δεν αθωώνουν στο ελάχιστο τους σημερινούς κυβερνητικούς υπηρέτες των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Υπερεθνικής Ελίτ (Υ/Ε). Για το μεγάλο πρόβλημα της απορροής υδάτων ειδικά στη περιοχή της Μάνδρας είχε ήδη εκπονηθεί μελέτη για συγκεκριμένα έργα, η οποία είχε τελειώσει και εγκριθεί ήδη από το 2014 και παρέμεινε στα συρτάρια των «αριστερών» υπουργείων και κυρίως της Περιφερειάρχου Ρένας Δούρου (που θρασύτατα απαίτησε μάλιστα να πάψει ο ένας να ρίχνει ευθύνες στον άλλον! — Μέχρι δηλαδή να καταστραφεί εκ νέου η πόλη της Μάνδρας και αυτή τη φορά με νεκρούς). Μεγάλες πλημμύρες είχαν γίνει και στο πρόσφατο παρελθόν σε αυτή την περιοχή και το πρόβλημα ήταν γνωστό. Οι ευθύνες είναι πολύ συγκεκριμένες για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τους περιφερειάρχες της, οι οποίοι για άλλα «έργα» που εξυπηρετούν συμφέροντα μεγαλοεπιχειρηματιών βρίσκουν χρήματα (όπως π.χ. το έργο του γηπέδου-μεγαθηρίου της ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια, το φαραωνικό έργο 150 εκ. από τα κρίσιμα αποθεματικά της περιφέρειας για την «ανάπλαση» του Φαληρικού Μετώπου σύμφωνα με το σχέδιο Νιάρχου κ.α.) αλλά για τον εργατόκοσμο της δυτικής Αττικής όχι. Αρκούν οι «ευχές».

Ευθύνες όμως έχουν και οι προηγούμενες δημοτικές αρχές, οι οποίες ως τμήμα της βιομηχανικής «ανάπτυξης» της περιοχής εδώ και δεκαετίες έχουν δείξει την ανοχή τους σε σειρά παραβιάσεων των ρεμάτων από έναν τεράστιο αριθμό επιχειρήσεων της περιοχής. Η σημερινή δήμαρχος Μάνδρας είχε δίκιο που αναφέρθηκε στην μη πραγματοποίηση του αντιπλημμυρικού έργου που έμεινε στ’ αζήτητα επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, είχε δίκιο ότι επίσης μεγάλο πρόβλημα υπήρξε πολύ πριν την πόλη της Μάνδρας από μη κατάλληλα έργα πιο ψηλά στο βουνό, δεν έχει δίκιο βέβαια για τη περιοχή του Αμαξοστασίου του δήμου, όπου η συγκεκριμένη περιοχή εκεί έχει αλλάξει μορφολογία εδώ και πάρα πολλά χρόνια, όταν ακόμα στο σημείο αυτό υπήρξε ένα τεράστιο βάραθρο αποτέλεσμα εξόρυξης μεταλλευμάτων. Όταν έκλεισε το ορυχείο το βάραθρο έγινε η χωματερή της περιοχής και αργότερα μπαζώθηκε και από πάνω έγινε το αμαξοστάσιο, σημείο το οποίο έπρεπε να είναι τμήμα του ρέματος εδώ και δεκαετίες.

Οι πραγματικές αιτίες

Πέρα όμως από τις άμεσες ευθύνες τα πραγματικά αίτια αναφέρονται  στην άναρχη βιομηχανική «ανάπτυξη» της πλάκας της περιοχής που ήταν συνέπεια του μεταπολεμικού στρεβλού τύπου εξαρτημένης ανάπτυξης της Ελλάδας. Αν μελετήσει κάποιος την ιστορία της δυτικής Αττικής θα αντιληφθεί ότι είναι η ίδια η ιστορία του εξωστρεφούς μοντέλου ανάπτυξης που ακολούθησαν όλες οι κυβερνήσεις και κατέληξε στην καθολική απώλεια της οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας της χώρας σήμερα. Ενός μοντέλου δηλαδή που δεν βασιζόταν στις πραγματικές ανάγκες του λαού, αλλά στις «δυνάμεις της αγοράς» και γι’ αυτό δεν αποσκοπούσε στο να δημιουργηθεί μια πραγματική αυτοδύναμη βιομηχανική παραγωγή με ανάλογες δομές και υποδομές.

Οι πληθυσμοί της δυτικής Αττικής κυρίως – άλλα όχι μόνο – ήταν βασικά γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Η συρρίκνωση των αγροτικών πληθυσμών που συντελέστηκε κυρίως μετά την είσοδο της χώρας στην τότε ΕΟΚ και έπειτα ΕΕ (με το άνοιγμα και την απελευθέρωση των αγορών που επέβαλε, αλλά και το είδος καλλιέργειες που καθόριζαν οι κοινοτικές επιδοτήσεις κλπ.), από τη μια οδήγησε στην δημιουργία ενός παρασιτικού δημόσιου τομέα λόγω απουσίας πραγματικού βιομηχανικού τομέα. Από την άλλη, όσοι δεν μπόρεσαν να αφομοιωθούν στο δημόσιο παρακαλούσαν για μια θέση στις υπάρχουσες βιομηχανικές μονάδες της περιοχής, που ήταν οι πρώτες που κατέστρεψαν και παραβίασαν τη μορφολογία του Θριασίου πεδίου μολύνοντας ανεπανόρθωτα το έδαφος, τον αέρα και την θάλασσα της περιοχής. Τα δάνεια της ΕΕ που συντηρούσαν την πραγματική φούσκα της ελληνικής οικονομίας, δημιούργησαν σταδιακά μια πλασματική βιομηχανική «τάξη» στη περιοχή και οδήγησαν σε μια «άνοιξη» μικροβιοτεχνιών και αποθηκευτικών χώρων μεγάλων εταιρειών. Η βραχύβια βιωσιμότητα αυτής της κατάστασης είναι δεδομένο ότι ήταν συνείδηση και των ιδιοκτητών βιοτεχνιών άλλα και των εργατών. Γι’ αυτό και ο τρόπος σκέψης των κοινωνικών ομάδων της περιοχής ήταν «να προλάβουμε να μαζέψουμε χρήματα τώρα που μπορούμε». Στο μοντέλο αυτό «ανάπτυξης» και του αντίστοιχου τρόπου σκέψης του κόσμου της βιομηχανικής περιοχής του Θριασίου ευθυγραμμίζονταν λογικά όλες οι τοπικές αρχές, οι περιφερειάρχες, πολεοδομίες κλπ… οι περισσότεροι των οποίων σήμερα είναι πάμπλουτοι από την κατάχρηση τεράστιων χρηματικών ποσών αλλά και ποσών που προήλθαν από χρηματισμό μεγαλοκεφαλαιούχων για την παράνομη επέκταση διυλιστηρίων κ.α. Οι βασικές και τεράστιες επιχωματώσεις ρεμάτων και θάλασσας έγιναν από τις μεγάλες μονάδες της περιοχής.

Επιγραμματικά, η  βιομηχανική «ανάπτυξη» της περιοχής βασίστηκε σε κάποιες διυλιστηριακές μονάδες βασικά ελεγχόμενες από μεγαλοεφοπλιστές, κρατικές μονάδες (που με το άνοιγμα των αγορών και την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ είτε παραχωρήθηκαν πάλι στο ιδιωτικό κεφάλαιο είτε αφέθηκαν να υπολειτουργούν)  και σε μικροβιοτεχνίες που για να μπορούν να δουλέψουν έπρεπε να «φιλάνε κατουρημένες ποδιές» των μεγαλοεργολάβων των διαχειριστών των δανείων της ΕΕ, των διευθυντών πολεοδομίας για να διατηρούν τις μικροεγκαταστάσεις τους, της ΔΕΗ, του ΣΔΟΕ, της εφορίας, της δημοτικής αρχής κλπ…

Το μπάζωμα των ρεμάτων – όχι μόνο του δήμου Μάνδρας – αλλά όλης της λεκάνης του Θριασίου ήταν απλή συνέπεια αυτής της στρεβλής βιομηχανικής ανάπτυξης της περιοχής που αναγκαστικά κατέτρωγε όχι μόνο τα ρέματα αλλά και  δασικές εκτάσεις, εύφορες γεωργικές εκτάσεις, τις παραλίες της Ελευσίνας, μολύνοντας ανεπανόρθωτα μια απ’ τις πιο πλούσιες θάλασσες της Ελλάδας.

Με λίγα λόγια τα λαϊκά στρώματα της δυτικής Αττικής – στην πλειονότητά τους εργατόκοσμος – εξαναγκάζονταν να ακολουθήσουν για να επιβιώσουν το μοντέλο της αναπτυξιακής φούσκας με τον πρόσκαιρο  χαρακτήρα του, που τις συνέπειές του τις πληρώνουμε ακόμα και με ανθρώπινες ζωές. Και σε αυτό το μοντέλο ευθυγραμμίστηκαν και ευθυγραμμίζονται όλοι οι κρατικοί και τοπικοί μηχανισμοί και όλες χωρίς εξαίρεση οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις. Είναι λοιπόν τουλάχιστον υποκριτικό και αναίσχυντο να ρίχνονται ευθύνες και στους πολίτες της περιοχής από άθλιους δημοσιογράφους υπηρέτες των καναλαρχών/μεγαλοεπιχειρηματιών, λες και ο κόσμος της δυτικής Αττικής είχε κάποια άλλη επιλογή για την επιβίωσή του εκτός από αυτή που του επέβαλε ο εξωστρεφής χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας, μιας οικονομίας δηλαδή που εξαρτάται από τις διεθνείς αγορές και τα συμφέροντα των πολυεθνικών.

 

ΜΕΚΕΑ – ΜΕΤΩΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ – 20/11/2017